14 Δεκ 2012

4 ημέρες μετά

Έχουν περάσει μόνο 4 ημέρες κι ο πόνος είναι ακόμα τόσο δυνατός...Πώς θα συνηθίσω την απώλειά του; Ακόμα νομίζω πώς θα τον ακούσω να φωνάζει στο ακουστικό του τηλεφώνου καθώς θα μιλάω με τη γιαγιά σου...φώναζε απο μακρυά "τί κάνεις υιέ; Φιλιά στη νύφη μου "...
Ξέρεις τί είναι αυτό που μου σπαράζει τη καρδιά; Ότι δεν θα τον θυμάσαι bebakimou...Δεν θα τον θυμάσαι τον παππούλη σου.... Δεν θα τον ζήσεις, δεν θα τον γνωρίσεις, δεν θα μάθεις ποτέ πόσο υπέροχος άνθρωπος ήταν. Δεν θα μάθεις ποτέ πόσο πολύ σε αγαπούσε, πόσο περήφανος ήταν που είχες το όνομα του. Δεν θα σε πάει βόλτα στο πάρκο, που τόσο πολύ το περίμενε.... Δεν θα σε πάρει απο το χέρι να σε πάει βόλτα στην πλατεία, να περηφανευτεί για το εγγονάκι του.
Δεν θα σου δώσει ποτέ κρυφά απο εμάς σοκολάτες, δεν θα σε κακομάθει όπως κάνουν όλοι οι παππούδες. Και προχθές...αχ προχθές μου έσκισες τη καρδιά, όταν πήγαμε επίσκεψη στη γιαγιά κι εσύ φώναζες "παππού...παππού" και έδειχνες τον καναπέ της κουζίνας...γιατί εκεί τον είχες δεί τελευταία φορά, ξαπλωμένο κι εξαντλημένο...Ήθελε τόσο πολύ να σε πάρει αγκαλιά και να σε φιλήσει, αλλά δεν είχε δυνάμεις...δεν μπορούσε πλέον. Κι έβλεπα στα μάτια του πόσο απεγνωσμένος ήταν, πόσο ανήμπορος και συνάμα τρομαγμένος. Ήθελα να κλάψω, αλλά κρατήθηκα για χάρη της γιαγιάς σου...η καημενη κάνει τέτοια υπερπροσπάθεια να φανεί ψύχραιμη αλλά η θλίψη στο βλέμμα της λέει πιο πολλά απ'όσα νομίζει. Κι έχουν περάσει μόνο 4 ημέρες......

ΥΓ. Με συγχωρείς μικρέ μου αν σε στεναχωρώ, αλλά εγώ ήμουν το δικό του bebaki...

11 Δεκ 2012

Μια Κυριακή αλλιώτικη απο τις άλλες....

Ξέρεις πόση ώρα σκέφτομαι τί τίτλο να δώσω σε αυτή την ανάρτηση;
Δεν μου κάθεται τίποτα, δεν μου αρέσει τίποτα γιατί είναι μερικά πράγματα που απλά δεν μπορείς ούτε καν να τα περιγράψεις πόσο μάλλον να τα δώσεις και τίτλο.
Θα σου πω περιληπτικά μια ιστορία. Ήταν κάποτε bebakimou ένα αγοράκι. Ο μπαμπάς του ήταν ένας καλός άνθρωπος, οικογενειάρχης, ήσυχος και ευγενικός. Πάντα με ένα τραγούδι στα χείλη. Όταν κάποιος τον φώναζε,  κατέβαινε τα 36 σκαλοπάτια που χώριζαν το σπίτι του απο τον δρόμο πάντα σιγοτραγουδώντας ή σφυρίζοντας. Το αγοράκι που σου λέω, δεν θυμάται και πολλά απο την παιδική του ηλικία που να περιλαμβάνουν και τον μπαμπά του. Όχι γιατί ο μπαμπάς του τον παραμελούσε ή κάτι τέτοιο. Ίσα ίσα. Τον αγαπούσε πολύ. Όμως, το αγοράκι της ιστορίας μας δεν ήταν μόνο του.
Είχε και 2 μεγαλύτερες αδελφές που τον αγαπούσαν πολύ. Τον πήγαιναν βόλτες με το καρότσι του, έπαιζαν μαζί του. Όμως bebakimou για να μπορέσει να ζήσει αυτή η οικογένεια ο μπαμπάς έπρεπε να δουλεύει. Να δουλεύει πολύ και σκληρά. Σε 2 και 3 δουλειές τη μέρα. Αλλά δεν παραπονιόταν. Ήξερε ότι πρέπει να το κάνει ακόμη κι αν αυτό του στερούσε το χρόνο για να παίξει με τα παιδιά του. Ύστερα όμως ερχόταν το Σαββατοκύριακο και ο μπαμπάς ήταν εκεί. Για το αγοράκι μας, η Κυριακή ήταν η καλύτερη μέρα του κόσμου. Γιατί την Κυριακή ο μπαμπάς του ήταν όλος δικός του. Η μαμά έπρεπε να έχει έτοιμο το φαγητό νωρίς, γιατί οι άντρες της θα πήγαιναν στο....γήπεδο! Ναι, ο μπαμπάς ήταν ποδοσφαιρόφιλος και αγαπούσε μόνο μια ομάδα. Τον Ηρακλή. Την Ηρακλάρα του όπως την έλεγε. Φυσικά το μικρόβιο το κόλλησε και στο αγοράκι της ιστορίας μας. Έτσι κάθε Κυριακή, ο μπαμπάς και το αγοράκι έτρωγαν νωρίς νωρίς, ντύνονταν και κατέβαιναν στη πλατεία του χωριού. Εκεί, όλο και κάποιον θα συναντούσαν που θα πήγαινε στο γήπεδο με το αυτοκίνητο του. Γιατί η οικογένεια δεν είχε δικό της αυτοκίνητο. Όμως πάντα κάποιος βρισκόταν. Με πόση αγωνία περίμενε το αγοράκι να δεί κάποιον να σταματάει για να τους πάρει! Και μετά στο γήπεδο...τί ωραία που ήταν στο γήπεδο!
Και έτσι τα χρόνια περνούσαν. Ήταν μια ευτυχισμένη οικογένεια. Και το αγοράκι μεγάλωσε και  πήρε δικό του αυτοκίνητο. Πλέον, δεν χρειαζόταν να περιμένουν να περάσει κάποιος να τους πάρει! Όμως η παρέα είχε μεγαλώσει. Η μεγάλη αδελφή του είχε παντρευτεί και είχε πλέον δύο δικά της παιδάκια. Και πηγαίνανε όλοι μαζί στο γήπεδο! Το μικρό αγοράκι είχε μεγαλώσει, είχε γίνει ολόκληρος άντρας και είχε κάνει κι αυτός ένα παιδάκι. Ένα αγοράκι. Ένα πανέμορφο αγοράκι. Και ονειρευόταν τη μέρα που αυτός, το παιδί του, ο μπαμπάς του και τα 2 ανίψια του θα πήγαιναν μια μέρα όοοολοι μαζί στο γήπεδο να δούνε τον Ηρακλή!
Αλλά bebakimou, η ζωή είχε άλλα σχέδια.
Ο μπαμπάς του αρρώστησε....Αρρώστησε ξαφνικά και βαριά. Και μια ημέρα, μια παγωμένη Κυριακή του Δεκέμβρη, σ' ενα κρεβάτι νοσοκομείου κι ενώ το αγοράκι της ιστορίας μας του κρατούσε το χέρι σφιχτά, έφυγε απο τη ζωή τόσο ήσυχα κι ήρεμα όσο είχε ζήσει. Με αξιοπρέπεια και λεβεντιά.
Και το αγοράκι έβαλε τα κλάματα. Είχε χάσει τον μπαμπά του, έτσι ξαφνικά.
Το όνειρό του δεν θα γινόταν ποτέ πραγματικότητα κι έκλαιγε απαρηγόρητα.
Όμως μετά, σκέφτηκε ότι πρέπει να συνέλθει.
Γιατί είχε ένα παιδάκι να μεγαλώσει, που μάλιστα το είχε ονομάσει όπως τον μπαμπά του.
Τον έλεγαν Γιώργο.
Αλλά αυτός, τον φώναζε tobebakimou.....

Για τον μπαμπά μου...τον παππού σου..